Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

Έπρεπε να είχες μείνει.


Είναι πολύ δύσκολο να πεις όχι.
Και είναι ακόμη πιο δύσκολο να σκέφτεσαι απλά.
Εκεί είναι βέβαια η μεγάλη τέχνη την ύπαρξής σου, μόλις φτάσεις στο σημείο που επιτέλους σκέφτεσαι απλά είσαι και ευτυχισμένος.
Είναι πολύ πιο εύκολο να τα κάνεις περίπλοκα γιατί έτσι έχουμε μάθει. Μας έχουν ποτίσει το μυαλό με το πόσο δύσκολη και περίπλοκη και άδικη είναι η ζωή που απλά έτσι μάθαμε. Έτσι γυμνάσαμε τον εγκέφαλό μας να σκέφτεται. Δύσκολη, ναι, περίπλοκη όχι, κόβουμε και ράβουμε τον εαυτό μας στο σώμα αυτό για να ταιριάξει. Το θέμα είναι ότι έχουμε μια συγκεκριμένη παρτιτούρα που θέλουμε να χωρέσουμε μέσα, όχι επειδή απαραίτητα μας αρέσει, αλλά γιατί αναγκάσαμε τα μάτια μας να τους αρέσουν και στο τέλος πετσοκοβόμαστε.
Ότι σκεφτόμαστε πρέπει να το λέμε. Να τα βάλουμε κάτω και χωρίς πολύ κόπο να πούμε ‘’ έτσι νιωθω’’
Ότι ζούμε να το εκτιμάμε γιατί από αυτό μάθαμε.
Αλλά να μιλάμε. Να έχουμε τα κότσια την επόμενη μέρα να πούμε, << αυτό που έκανες δεν μου άρεσε! Έπρεπε να είχες μείνει! Δεν ήθελα όμως να στο πω γιατί το θέμα είναι να το είχες σκεφτεί μόνος σου, να ήθελες να μείνεις, όχι να σε ανάγκασα υποσυνείδητα να το κάνεις>>

Και ανάλογα με την απάντηση, λες ναι ή όχι.



Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

απογευματινοί θόρυβοι που ξύπνησε η νύχτα.

   Με σαγιονάρες και σορτσάκια γυρνάμε τα βράδια σπίτια μας..
Κάτω  από φεγγαροφωτισμένους ουρανούς με λίγα αστέρια και ταλαιπωρημένες πατούσες, από πλακόστρωτα και ζεστή άμμο.
Με μικρές καληνύχτες, νηφάλιες αγάπες και μεθυσμένα από αλάτι μηνύματα..  
Ξαπλώνουμε σε βρεγμένα σεντόνια και κουρασμένες σκέψεις, αναμένοντας κ ονειρεύοντας.
Ακολουθούν ζεστές αχτίδες που μπαίνουν από σάπια, κλειστά πατζούρια και σκόνες από αλκοολικές ανάσες.
Να μυρίζει καφές  και τελειωμένο καλοκαίρι.
Μέσα σε χούφτες από κοχύλια, που δεν μιλούν πια για θάλασσα.

Μου λείπεις.




Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Επιστροφή στο νησί και καλά κουράγια.


Mετά από μια πολύ περίεργα ευχάριστη εξεταστική Σεπτεμβρίου, αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω στις φωλιές μας ένας ένας για ένα τελικό ριγιούνιον  μπορεί όχι και οι 6 μας αλλά τουλάχιστον η πλειοψηφία.

Σήμερα λοιπόν είδα το Μαράκι.

Αγκαλιές, φιλιά, κουτσομπολιά, τρύπες σε περίεργα μέρη, βόλτα με το σκύλο που σε προηγούμενη ζωή ήταν πρόβατο.

Ο καιρός έιχε αλλάξει πολύ και σχολιάζαμε πόσο διαφορετικά είναι από την καλαμάτα και την ρόδο.

Δεν ήταν διαφορετικός όμως μόνο ο καιρός.

Είχαμε κ εμείς μια άλλη αύρα να μας περιβάλλει και δεν εννοώ από τις θετικές.

Ανέκαθεν το νησί έβγαζε κάτι το πιο τρελό, ανήσυχο, διάθεση για πιθανή αυτοκτονία.
Δεν ξέρω γιατί.

Μπορεί στο τέλος να είμαστε εμείς το πρόβλημα.

Να είμαστε εμείς αυτοί που απλώς κρυβόμαστε πίσω από το περιποιημένο δάχτυλό μας

Και θέλουμε να πιστεύουμε πως τα προβλήματα μας, και η ένταση, και το εσωτερικό χάος οφείλονται στον καιρό, ή στους ανθρώπους, ή στις βόλτες που χρωστάμε και την ελευθερία που μας λείπει.

Αλλά στην τελική τι μας μένει, μια φιλία ένας χωρισμός μια οικογένεια, ένα τελειωμένο καλοκαίρι, και ζακέτες στους ώμους να κρύβουν το κρύο.


Μπορεί και ένα τίποτα.

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

summer wine.

 Μπήκε και ο Aύγουστος, τελειώνει, και εγώ καλοκαίρι δεν έχω καταλάβει  ακόμα.

  Που είναι αυτές οι εποχές που το καλοκαίρι σήμαινε αυτόματα και διακοπές, μπάνια ατελείωτα, βόλτες σε παραλίες και πλατείες, κους κους κάτω από τα αστέρια και ευτυχία με απλά πράγματα.

  Μεγαλώσαμε πια και δίνουμε αξία σε άλλα πράγματα.
σε αυτούς που μας αγαπάνε, ας πούμε.
Και τυχεροί θα είμαστε όταν ξυπνησουμε και συνειδητοποιήσουμε οτι στο τέλος 2, 3 μένουν από τα παλιά οι υπόλοιποι είναι απλά για να υπάρχουν. Οτι η οικογένεια σου πάει πάνω από όλα και οι έρωτες είναι σχετικοί. Ευτυχισμένη είμαι που αυτό το γνώρισα. 

 Ευτυχία οτι μπόρεσες να φύγεις ένα διήμερο να ξεσκάσεις, 
οτι δεν έχεις σκοτούρες άλλες και γκρίνια που σε τρελαίνει.
Αλλά αυτό είναι που θα μας φάει. Η γκίνια.
Νευριάζουμε και πέφτουμε σε κατάθλιψη για αυτά που λέμε συνέχεια πως δεν έχουμε. 

 Ο κόσμος έχει γίνει πλέον αχάριστος.
Δεν κοιτάει να δει τι έχει, πόσο τυχερός είναι που έχει ότι έχει. Πλεονέκτες, μουντοί. Θύματα μιας ανιαρής πραγματικότητας που είναι στο χέρι τους να γίνει ενδιαφέρουσα.

Παντού δήθεν ζωντάνια και μετά το βράδυ όταν γυρνάς σπίτι μετά από ποτά, ψεύτικους χαρούμενους χαιρετισμούς, χορούς για το ίματζ, ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου και λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος, αρχίζεις και πάλι και πέφτεις στην μαυρίλα εκείνη, στο τρυπάκι που σε κάνει και αναρωτίεσαι, γιατί;


Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Δαγκώνουμε κάτω χείλος και καταπίνουμε αλάτι.

               Εμείς λοιπόν είμαστε αυτοί που θα καταρρίψουμε τα πάντα.

      Είμαστε εμείς που θα μάθουμε στους άλλους ότι οι έρωτες δεν είναι παραμύθια με δράκους και μάγισσες και φίλτρα. Εμείς φτιάχνουμε το δικό μας φίλτρο και το ονομάζουμε τρέλα, ταξίδια, κρυφά φιλιά και φανερά σ ‘ αγαπώ.            Εκεί που είσαι γυμνός από λέξεις, από βλέμματα που υπόσχονται πολλά, αλλά όχι τα πάντα. Φίλτρα με αλκοόλ με γεύση από τα πιο γλυκά χείλη και τις πιο τρελές αυταπάτες. Εκεί που η ηδονή ξεδιπλώνει καπνούς που σε ζαλίζουν, που σου μαυρίζουν τα πνευμόνια αλλά σου ανοίγουν τα μάτια με τα βλέφαρα κατεβασμένα. Αφήνεσαι σε ένα αδιέξοδο αλλά ξέρεις πως θα τον βρεις τον δρόμο και ας είναι μακριά..

Μακάρι οι προσδοκίες μας να ευθυγραμμιζόντουσαν με την πραγματικότητα. 



Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Από τους μαύρους δικούς σου ωκεανούς, φεύγω.

Πάει λοιπόν καιρός από τότε που είδε το πρόσωπό του τελευταία φορά.

Ήταν μια ανάμνηση μακρινή και γλυκιά.

Είχε έρθει στην ζωή της με θόρυβο, με πάθος, και έτσι έφυγε.

Κρατούσε σφιχτά στην χούφτα της τις όμορφες αναμνήσεις και την μυρωδιά των κόκκινων λουλουδιών, που έφερναν στο μυαλό μια ζάλη διαφορετική από το μεθύσι.

Τις κρατούσε έτσι ώσπου μάτωσε με τα νύχια της το δέρμα της και έπεσαν σταγόνες μα όχι δάκρυα.

Καιροί όμορφοι ζεστοί και κρύοι, χειμώνες που  συντρόφευαν τα βράδια της ένα τραγούδι με ψιθύρους, καλοκαίρια με κόκκους άμμου στα μαλλιά και χαμόγελα που διέκρινες τους πιο μεγάλους ωκεανούς.

Περπατούσε ξυπόλυτη και το ρίγος του παγωμένου πατώματος έφτασε μέχρι την πλάτη της και της άρεσε η αίσθηση. Της θύμιζε τον τρόπο που την κρατούσε και συγχρόνως την άφηνε.

Πάντα την άφηνε.

Κ εκείνη γύρισε πίσω.

Ελεύθερο πνεύμα, μια ψυχή σαν χελιδόνι που επέστρεφε στην φωλιά του αλλά βαθιά γνώριζε πως δεν ανήκει εκεί. ‘Ανήκε σε άλλες αγκαλιές, που την κρατούσαν σφιχτά και δεν την πάγωναν, την έκαναν να αισθάνεται μοναδική και πως άξιζε πολλά πιο πολλά από όσα έλαβε.

Και εκεί που στην μοναξιά της παίρνει μια ανάσα μαύρου αέρα, κατάλαβε πως δεν είναι μόνη, είναι κάθε άλλο παρά μόνη.

Είναι για κάποιους μοναδική.

Ξαπλώνοντας λοιπόν σε σεντόνια από σατέν, και γλιστρώντας τα ακροδάχτυλα της στην υφή αυτή, στιφογυρνώντας στο κρεβάτι της, σκεφτόταν και σκεφτόταν.. κατάλαβε πως πρέπει να κρατήσει τις αναμνήσεις αυτές, τις καλές, να τις κρατήσει στο κατώφλι της εκεί που θα την διαδεχτούν άλλες και άλλοι, αφαιρώντας κάθε ύπαρξη του.

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

μια χαρούμενη, λουλουδάτη άνοιξη, χωρίς σταγόνες στα πέταλα,


Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη.Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφορα.Χρόνος παλιός χωρίς υπόσταση.Τίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.5Είναι μια ήρεμη σιωπή μην περιμένεις απάντησηΚάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφήΧωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.
                           Μ. Αναγνωστάκης.       Ακόμη και αν η καθημερινότητα μου, θυμίζει άδειο κρεβάτι,   χωρίς τσαλακωμένα σεντόνια, και δίχως το άρωμα σου στο μαξιλάρι, που το έκανε τόσο ξεχωριστό,   ξέρω πως την άνοιξη, είναι μια αφετηρία για να αναπνέουμε το κάτι καινούριο, κάτι    πρωτόγνωρο, κάτι που ανθίσει στις ψυχές μας και θα τις κάνουν χρώμα απροσδιόριστο, όπως   αντιπροσωπέυει τον καθένα.       ξεκινάω λοιπόν και εγώ. Με πρώτη στάση, Εμένα.       καλό μήνα σε όλους!